Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011
γουρουνια με φτερα
"...Ακου, μπορεί να είναι αλήθεια,
πως το ζευγάρι είναι εργαστήρι
που φτιάχνει σαδισμό και νευρώσεις
και ο έρωτας είναι μόνο το όνομα
που δίνουμε σε μια αρρωστημένη ανάγκη
που γίνεται καταστροφή
και πάει λέγοντας
Ομως, μπορείς να μου εξηγήσεις
τι κακό κάνω όταν σφίγγω το κεφάλι της στα χέρια μου
και σκέφτομαι πως αν κράταγε για πάντα,
δεν θα' ταν στο κάτω κάτω τόσο άσχημα;
Ακου, μπορεί να είναι αλήθεια
πως πρέπει να δεχόμαστε τη μοναξιά
και αυτόν τον ανθρώπινο ευνουχισμό μας
για να μην τρώμε ο ένας τον άλλον
και πάει λέγοντας
Ομως, μπορείς να μου εξηγήσεις
τι κακό κάνω όταν κυνηγάω
αυτές τις ελάχιστες φορές
που να γαμάς είναι σαν να γίνεσαι ένα
και με τον ουρανό και με τον βλάκα το θάνατο,
για να σπάμε μετά μαζί
τα παγάκια που κρέμονται από μια πηγή;
Ακου, μπορεί να είναι αλήθεια
πως πρέπει να καταλάβουμε όλοι
πως όταν γεννιέσαι είσαι κιόλας μισοχαμένος
γιατί είσαι μόνος ξαφνικά και
δεν υπάρχει γυρισμός
και το άλλο μισό το χάνεις μετά
όταν σκοτώνουν το παιδί μέσα σου και πάει λέγοντας
Ομως, ξέρεις τι σου λέω,
ελπίζω πως όταν θα είμαι ολότελα διαφορετικός,
ένας καινούριος άνθρωπος ανάμεσα σε καινούριους συντρόφους,
θα μου μείνει αυτή η χαζή όρεξη
να της δαγκώσω την κοιλίτσα
ή να της γλείψω τη μύτη ή δεν ξέρω τι,
αλλιώς, καλύτερα να μείνω όπως είμαι τώρα... "
(..απ'την Τίνα)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αγαπημένε μου Ρόκκο,
ΑπάντησηΔιαγραφήσε αγάπησα τρυφερά. Ήσουν το πιο γλυκό αγόρι της ζωής μου που είναι βέβαια μικρή, αλλά δεν πειράζει. Σε αγάπησα γιατί είχες φυσικές μπούκλες κι αυτό είναι λίγο σαν να σε φίλησαν οι θεοί. Σε αγάπησα γιατί δεν είσαι υπεροπτικός και φαίνεται πως να δίνεις άδικο σε κάποιον σε κάνει να ιδρώνεις. Σε αγάπησα γιατί με αγάπησες (το λέει κι ο Τολστόι, νομίζω για την 'Αννα Καρένινα, πως εμείς οι γυναίκες είμαστε έτσι φτιαγμένες). Σε αγάπησα γιατί έπαιρνες τη ζωή με χιούμορ, κι όταν ήσουν λυπημένος δεν προσπαθούσες να γίνεις κακός όπως κάνει συνήθως ο κόσμος όταν είναι κακός. Σε αγάπησα γιατί δεν προσποιόσουν πως ήσουν πιο μεγάλος ή πιο πορωμένος απ' ό,τι είσαι (ω θεοί, μοιάζει σαν επιτάφιος, και επιμένω να μπερδεύω τον ενεστώτα με τον παρατατικό και λοιπά. Δεν ξέρω αν αυτό σημαίνει κακή σχέση με το συντακτικό ή με τη ζωή μου).
Μα πάνω απ' όλα σε αγάπησα γιατί έτσι είμαστε δύο. Αμέσως αμέσως δεν σ' αγάπησα πολύ, μόνον αποφάσισα κατά κάποιο τρόπο να το κάνω, αποφάσισα να δοκιμάσω (δεν το λέω για να μειώσω τη γοητεία σου, αγάπη μου, αλλά έτσι συμβαίνει. Νομίζω πως συμβαίνει αυτό και στον Καμπίρ Μπεντί με το Μαργαριτάρι του Λαμπουάν).
Μετά άρχισα να σ' αγαπάω, γιατί η ζωή μου έγινε πιο όμορφη μαζί σου. Άρχισα να σ' αγαπάω όταν ανακάλυψα πως με ενοχλούσε λιγότερο να ξυπνάω το πρωί, γιατί στο σχολείο μπορεί να σ' έβλεπα μια στιγμή, πως βαριόμουν λιγότερο στις συγκεντρώσεις γιατί με παρακολουθούσες με την άκρη του ματιού σου και μετά φεύγαμε και κρατιόμαστε απ' το χέρι και ο κόσμος μας ζήλευε στο δρόμο γιατί όλοι είναι μόνοι και μεις είμαστε δυό. Αγαπούσα και τον τρόπο που 'κανες έρωτα, στις αρχές, όταν με χάιδευες σαν να 'μουν από γυαλί. Σε αγαπούσα πολύ μετά τον έρωτα, όταν με κοιτούσες όλο ευγνωμοσύνη, σα να σου 'χα κάνει μια πολύ μεγάλη χάρη.
Κι έπειτα αγαπούσα εκείνη την αίσθηση ότι σου είμαι αναγκαία, μια αίσθηση που με έκανε να νιώθω διπλή, που μ' έκανε να θεωρώ σημαντική χειρονομία το να κλάψω ή το να βγω από ένα δωμάτιο ή να έχω τις μαύρες μου. Έτσι αγαπούσα και τη σημασία που είχες εσύ για μένα (με συγχωρείς αν αυτά που λέω δεν είναι πολύ ξεκάθαρα: έχω ένα μεγάλο κενό μέσα στο κεφάλι μου και προσπαθώ να του βάλω ονόματα): μου άρεσε να σε ρωτάω αν είσαι καλά ή άσκημα, να σου λέω "έχεις κουρασμένο ύφος", να σε μαλώνω "καπνίζεις πολύ" για κείνα τα ελάχιστα τσιγάρα που κάπνιζες. Μου άρεσε να σε χαϊδεύω μπροστά σ' όλους, για να δείξω πως ανάμεσα σε σένα και σε μένα υπήρχε κάτι απ' το οποίο αποκλείαμε όλους τους άλλους. Μου άρεσε όταν ήσουν λυπημένος και μπορούσα να σε παρηγορήσω, και τότε το να μιλάμε γινόταν διαφορετικό απ' αυτό που συνήθως είναι οι κουβέντες ανάμεσα στους ανθρώπους: εγώ έπαυα να είμαι μόνον εγώ και συ έπαυες νε είσαι μόνον εσύ και ο χρόνος ακόμα έπαυε να 'ναι κείνο το πράμα που πρέπει να περάσει γρήγορα για να φτάσουν οι διακοπές ή η Κυριακή ή το να μεγαλώσουμε. Ο χρόνος μαζί σου γινόταν κάτι που να θέλω να το σταματήσω σε πολλές τέλειες στιγμές. Πολλές στιγμές για να τις θυμόμαστε και να τις διηγούμαστε και να τις κρατάμε ανάμεσα μας σαν ένα είδος εγγύησης.
Τώρα όλα τελείωσαν. Όχι για τη Λίζα, και όχι για κείνη την καταραμένη φορά που ήθελες να με πάρεις με κείνο τον παράξενο τρόπο, χωρίς να με κοιτάζεις στα μάτια.
Τελείωσε γιατί έπρεπε να τελειώσει, γιατί όλα τα παιχνίδια τελειώνουν, και νομίζω πως και ο έρωτας τελικά είναι παιχνίδι.
Σε φιλώ ακόμα μια φορά πολύ γλυκά,
η Αντονία σου
ΥΓ: Ελπίζω να ένιωσες τόση ευχαρίστηση διαβάζοντας αυτό το γράμμα όση ένιωσα κι εγώ γράφοντας σου το.